Κι ήθελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει.
Όμως εγώ
Δεν παραδέχτηκα την ήττα. Έβλεπα τώραΠόσα κρυμμένα τιμαλφή έπρεπε να σώσω
Πόσες φωλιές νερού να συντηρήσω μέσα στις φλόγες.
Μιλάτε, δείχνετε πληγές, αλλόφρονες στους δρόμους
Τον πανικό που στραγγαλίζει την καρδιά σας σα σημαία
Καρφώσατε σ’ εξώστες με σπουδή φορτώσατε το εμπόρευμα
Η διάγνωσίς σας ασφαλής: Θα πέσει η πόλις.
Εκεί, προσεκτικά, σε μια γωνιά, μαζεύω τάξη,
Φράζω με σύνεση το τελευταίο μου φυλάκιο
Κρεμώ κομμένα χέρια στους τοίχους,
στολίζωΜε τα κομμένα κρανία τα παράθυρα,
πλέκω,Με κομμένα μαλλιά το δίχτυ μου και περιμένω
Όρθιος και μόνος σαν και πρώτα περιμένω.
Μανώλης Αναγνωστάκης